Μορικόνε


Άκουγα Μορικόνε
Και το είναι μου
έσταζε
τη φυγή σου
δάχτυλα
του χρόνου
φορούν το δαχτυλίδι σου
δείχνουν το φεγγάρι σου…
για μένα
ακόμα αόρατα είναι…

Πάνω στο τοίχο
έχει απομείνει η ανάσα σου
ξέχασες στο σεντόνι
ένα καλοκαιρινό σου βλέμμα
και δεν αντέχω
πια να σκεπαστώ…

Άκουγα Μορικόνε
και πέθαινα
ανοίγω τη παλάμη μου
σου είχα αρπάξει ένα χαμόγελο
και δεν στο δίνω
αν
λέω αν
απόψε αποδράσω
να χαμογελά κάτι επάνω μου…

Πάνω στο τοίχο
έχει σκαρφαλώσει η ζωή μας
φέρε μου το πρωί τσιγάρα
και καφέ
κι ένα ακόμη σ’αγαπώ
για να έχει το κουράγιο
ο ήλιος να ανατείλει πάλι



Ιουλ 09



© ΜΑΥΡΟ ΡΟΔΟ

[Το ποίημα, εδώ]