ΔΕΝ ΕΖΗΣΕ ΠΟΤΕ ΤΟΥ Ο ΘΕΟΣ

Θα μιλήσει αυτός
που ’ναι άξιος ν’ αγαπήσει
αλλά ανάξιος ν’ αγαπηθεί.
Σκληρός, απότομος, φριχτός
χάνει μέσ’ απ’ τα χέρια του
τη γυναίκα του
την αγάπη του
των σπλάχνων του το φως
το αίμα των αγγείων του
τη ζωή της ζωής του
το κίνητρο τραγούδι
μελωδίες κάποτε στα κράσπεδα
και τώρα σάπια μουσική.
Αρνιόσουν πως κάποτε θα μ’ άφηνες
μονάχο μου- θυμάσαι;
Όχι εγώ ποτέ, όχι εγώ
ποτέ- λες και με μια προφορικότητα
στυλώνονται στο μέλλον οι αρνήσεις.
Σήμερα που ξεκόλλησες από πάνω μου
το μέσα μου σκοτείνιασε
δε βλέπει πού χτυπά η καρδιά μου
στήθος το νόημα δε βλέπει
ορίζοντα δεν έχει το πένθος αυτό.
Φλύαρα δάκρυα πήζουν το κρύο
κολόνες με καταπλακώνουν
θάβομαι στον τρόπο που με κοίταζες:
υπόσχεση
ότι δεν είχες τίποτα να μου συγχωρέσεις.
Για ένα είχες δίκιο:
δεν έζησε ποτέ Του ο Θεός
κι ίσως σε λυπηθεί
η παγωμάρα αυτής της νύχτας
που αλυχτώ σαν το σκυλί
την εγκατάλειψή Του.

© ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΜΟΥΖΑΚΗΣ (2009)

[Το ποίημα εδώ]