Καθαγιάζομαι
μες στης φλόγας την λαίλαπα
όλα άγνωστα και άδηλα
καθώς μυούμαι στα πρωτόφαντα
μιας μέθεξης μηδέποτε ιδωμένης
Εξαγνίζομαι ολοφυρόμενη
σε έδαφος απάτητο ως χτες
κι αδιανόητο
Σε γη πυρός μαστίζομαι
μη τόπος ο τόπος εδώ
κι εγώ να χάνομαι περιπλανώμενη
σε μέθης τελετής αρώματα
Με τρίχινο γάντι ακανθώδες γδέρνομαι
τον πόθο να απεκδυθώ
στον πόνο να παραδοθώ
σαν να’μουν δόκιμος της πίστης
από εκείνους που αδιακόπως μαστιγώνονται
επιχειρώντας να υποτάξουνε
την σάρκα που ολοένα διαφεύγει
Μα είναι εις μάτην
Στην νέα γη το μυαλό μου παραδίδεται
μαζί το σώμα αλυσόδετο
σ’ ένα κιβώτιο επτασφράγιστο ως τα χτες
και σήμερα ανοιχτό, διαβρωμένο
Σπαράσσεται από άγρια θηρία
δαίμονες και δαιμόνια
που πεινασμένα το λυμαίνονται
και δεν χορταίνουν
Ολολύζοντας κραυγάζουν
επιχαίρουν
στην ηδονή της εξουθένωσής μου
Και πνίγομαι με όλο αυτό
και θλίβομαι
Μα θέλω
Αλώθηκα
Αλλοτριώθηκα
Τρόπαιο είμαι
μιας μάχης εκ των προτέρων χαμένης
και κείμαι
στα πόδια σου
σκεύος προδιαγεγραμμένης ήττας
Στα χέρια σου αφήνομαι
κι επαφίεμαι στην επάρκειά σου
στην διάρκειά σου
Με μύρο επίχρισμα αλείφομαι
ενώ αποδέχομαι υπάκουα
το διαπλεκόμενο μέλλον
κι ετοιμάζομαι για έτη απωλείας
των όσων θεωρούσα δεδομένα
Δάδα κρατώ
στο σκότος φέγγω ολοπόρφυρη
Πυρώνομαι και
πληρώνομαι
πανσέληνη
Εκάς οι βέβηλοι
μην διακόπτετε τον θάνατό μου
© Εσώτερα-Ενδότερα
ΙGNIS