Παίρνοντας το δρόμο των γραμμάτων.



Απογοήτευσα το μηδέν και μου έβαλε μονάδα.
Βύζαξα το γάλα και το μετέτρεψα σε μελάνι.
Γάμησα την παλάμη μου και γέννησα μια Μούσα.
Δυνάμωσα την ένταση της σιωπής ώσπου
Έκαψα τα ηχεία.
Ζήτησα τον άνθρωπο ουρλιάζοντας σαν θηρίο.
Ηττήθηκα από τον έρωτα κι έτσι ερωτεύθηκα τις ήττες.
Θέλησα μια θάλασσα κάτω απ’ το θόλο τ’ ουρανίσκου μου.
Ικανοποίησα την περιέργειά μου για τον κόσμο
Κοιτώντας με στα μάτια.
Λάτρεψα τη βροχή γιατί μου έμαθε πώς να πέφτω.
Μεγάλωσα τη λύπη μου καταβροχθίζοντας μικρές χαρές.
Νύσταξα με τις προσευχές και
Ξύπνησα βρίζοντας.
Οδήγησα τους πόθους μου
Προς το αντίθετο ρεύμα.
Ράντισα με το αίμα μου το χαρτί για να
Σταυρώσω ένα στίχο.
Ταριχεύθηκα μες στη μουσική.
Υποκλίθηκα στο μυρμήγκι για να του φορτώσω το δάκρυ μου.
Φίλησα έναν βάτραχο γιατί δεν ήξερε να μεταμορφωθεί.
Χαιρέτησα τις λέξεις που σήκωναν τα κεφαλαία τους για να δουν την τελεία.
Ψύχρανε κάπως μέσα στα γράμματα.
Ώρα να ωνειρευτώ ανορθόγραφα μια καλλιγραφημένη ζωή.




© POETRY’S LOVER - Ι.Ν.Κυριαζής
[το ποίημα, εδώ ]