9.4.08



"μα ποια ιδέα δάκρυσε ψυχή μου;
στα γόνατα διπλώθηκε τον πόνο
και αλαλάζον χαραυγή
εφίλησε το στόμα; "





σου γράφω κομμένο χαρτί
με τυλιγμένη την απόσταση βαρκούλα
και δένω γυάλινο φιλί κρυστάλλι
αθροιστικό
να λάμπει ωσάν της χελιδόνας το φτερό
εμβαπτισμένο ήλιο
με την ανάσα κεφαλαία
ακόνι στους υφάλους σαν κάθεται το φως
δεμένο από όνειρα σφιχτά

τι όμορφος! τι όμορφος κρουνός δακτύλων
μ’ αστείρευτες αφές από την πρώρα
των χειλιών που σμίγουνε αφρό

μα αφειδώλευτα το στήθος
ανεμώνης πετά τον στεναγμό του

τι όμορφη! τι όμορφη!
της γυμνής θάλασσας οι στεναγμοί

και της κοιμώμενης άμμου
η ερμηνεία
στο σμαραγδόκηπο της Λίλιθ ανακτούν
οι λάγνες μέρες των αγγέλων
και η ράθυμη καλλιέργεια των σωμάτων
ανευλαβή
προβάλουν τέρψεις


σου γράφω τρέξε να ονειρευτώ
και ως να πέσει καύτρα επάνω μας η νύχτα
λύσε γυαλί στη φλέβα που ηχολογά
και μ’ απορεί

θα με αντέξεις άραγε φιλί
μες την ξυπόλητη αμμουδιά;


(αχλύς και δαίμων VII)

© Ελένη Νανοπούλου